γεωλογία — Επιστήμη που μελετά την εξελικτική ιστορία της Γης και την υλική σύσταση των δυνάμεων που την διαμόρφωσαν. Αναλυτικότερα, η γ. εξετάζει τα διαδοχικά στάδια εξέλιξης του πλανήτη μας, τους διάφορους παράγοντες που επέδρασαν στη διαμόρφωση της… … Dictionary of Greek
εξορκιστής — και ξορκιστής, ο (θηλ. ξορκίστρα) (AM ἐξορκιστής) αυτός που εξορκίζει, που διώχνει με εξορκισμό πονηρά πνεύματα μσν. ο ιερέας που προετοίμαζε τους κατηχουμένους για το βάπτισμα … Dictionary of Greek
ζυμώνω — (AM ζυμῶ, όω, Μ και ζυμώνω) 1. αναμιγνύω αλεύρι ή άλλο αμυλώδες υλικό με νερό, μαλάσσω το μίγμα για να δημιουργηθεί μάζα πηχτή («ζυμώνω ψωμί») 2. αναμιγνύω οποιαδήποτε ύλη με νερό καθιστώντας την πολτώδη («ζυμώνω γύψο») 3. παρασκευάζω μίγμα με… … Dictionary of Greek
κεναγγής — κεναγγής, ές (Α) 1. αυτός που αδειάζει από τα αγγεία τού σώματος την τροφή η οποία περιέχεται σ αυτά, επομένως αυτός που προετοιμάζει πείνα, λιμό («ἀπλοίᾳ κεναγγεῑ» από την αδυναμία να ξεκινήσουν τα πλοία, η οποία τά άδειαζε από τις τροφές και… … Dictionary of Greek
χοροδιδάσκαλος — ο, ΝΜΑ (στην αρχ. Αθήνα) αυτός που προετοίμαζε τον χορό τού θεάτρου για τις δημόσιες παραστάσεις νεοελλ. δάσκαλος χορών. [ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + διδάσκαλος] … Dictionary of Greek
Άγιος Αθανάσιος — I (Ελληνική Σχολή Ρώμης). Ιδρύθηκε το 1576 από τον πάπα Γρηγόριο ΙΓ’ προς τιμήν του Έλληνα λόγιου I. Λάσκαρη. Είναι γνωστή ως Collegio Greco. Η σχολή παρείχε θεολογική μόρφωση σε ελληνόπουλα σύμφωνα με το δυτικό δόγμα και προετοίμαζε… … Dictionary of Greek
Αζτέκοι — Ιθαγενής λαός του Μεξικού, που από τον 14ο έως τον 16ο αι. επέβαλε την κυριαρχία του σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Αμερικής. Για την προέλευση και την αρχική ιστορία της φυλής αυτής έχουν δημιουργηθεί πολυάριθμοι θρύλοι. Σύμφωνα με έναν από… … Dictionary of Greek
Βελουχιώτης, Άρης — (Λαμία 1905 – 1945).Ψευδώνυμο του Θανάση Κλάρα, ενός από τους βασικούς πρωτεργάτες της Αντίστασης στα χρόνια της Κατοχής. Γεννήθηκε στη Λαμία και σπούδασε στην Αβερώφειο Γεωργική Σχολή της Λάρισας. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και άλλαξε στη… … Dictionary of Greek
Γκάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάνα Παλαιότερη ονομασία: Χρυσή Ακτή Έκταση: 238.538 τ. χλμ. Πληθυσμός: 19.361.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Άκρα (1.605.500 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Δ με την Ακτή Ελεφαντοστού, Β και ΒΔ… … Dictionary of Greek
Δασκαλογιάννης, Ιωάννης — (Aνώπολις, Σφακιά 1722 – Ηράκλειο 1771). Αρχηγός και ήρωας της Κρητικής επανάστασης του 1770. Καταγόταν από την παλιά οικογένεια των Βλάχων, η οποία έγινε πλούσια από ναυτικές επιχειρήσεις. Ο Δ. μορφώθηκε στο εξωτερικό, ταξίδεψε επικεφαλής του… … Dictionary of Greek